Το πολυδιάστατο φαινόμενο της Ανοικτής Επιστήμης και το ανοικτό ψηφιακό οικοσύστημα που έχει αναπτύξει το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ) προς όφελος της επιστημονικής κοινότητας, των νέων ερευνητών και της ευρύτερης κοινωνίας παρουσιάζονται στο νέο κείμενο εργασίας του ΕΚΤ με τίτλο «Ο ρόλος του ΕΚΤ στο οικοσύστημα της Ανοικτής Επιστήμης».
Πώς ορίζεται το παράδειγμα της Ανοικτής Επιστήμης και ποιες πολιτικές συμβάλουν στην προώθησή του; Ποιες είναι οι προκλήσεις που έρχεται να αντιμετωπίσει το κίνημα της Ανοικτής Επιστήμης και ποιες είναι οι επιδιώξεις και οι στόχοι του; Ποια οφέλη προκύπτουν από το περαιτέρω άνοιγμα της επιστήμης τόσο στην επιστήμη καθαυτή όσο και στην αλληλεπίδρασή της με την κοινωνία; Πώς το ΕΚΤ παρακολουθώντας και συμμετέχοντας στη διεθνή συζήτηση, συνδιαμορφώνει και εφαρμόζει τις αρχές της Ανοικτής Επιστήμης προς όφελος της ερευνητικής κοινότητας αλλά και της κοινωνίας ευρύτερα;
Στη νέα έκδοση του ΕΚΤ εξετάζονται τα παραπάνω ερωτήματα υπό το πρίσμα του διεθνούς διαλόγου που διεξάγεται γύρω από την Ανοικτή Επιστήμη, στον οποίο το ΕΚΤ συμμετέχει ενεργά μέσω της συμμετοχής του σε ευρωπαϊκά έργα & πρωτοβουλίες, και παρουσιάζονται οι ψηφιακές ερευνητικές υποδομές που το ΕΚΤ έχει αναπτύξει για την προώθηση της Ανοικτής Επιστήμης και την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα.
Η επιστημονική διαδικασία θεωρείται εκ προοιμίου μία από τις πιο «ανοικτές», ίσως η πιο «ανοικτή» ανθρώπινη δραστηριότητα. Στην πραγματικότητα όμως υπάρχουν περιορισμοί τόσο στην πραγματοποίηση της επιστημονικής έρευνας όσο και στη διάδοση των αποτελεσμάτων της που καθιστούν την επιστήμη πιο «κλειστή» από όσο ίσως πιστεύεται.
Το αίτημα για την εξάλειψη των όποιων περιορισμών υπάρχουν στην επιστημονική διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη του κινήματος της Ανοικτής Επιστήμης, πρόδρομος του οποίου υπήρξε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 το κίνημα της Ανοικτής Πρόσβασης. Το κίνημα της Ανοικτής Πρόσβασης είχε ως σκοπό την ελεύθερη πρόσβαση της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, στις επιστημονικές δημοσιεύσεις. Η Ανοικτή Επιστήμη δεν περιορίζει τη στόχευση της στις δημοσιεύσεις, αλλά προωθεί την ελεύθερη πρόσβαση στο σύνολο της επιστημονικής διαδικασίας, και σε όλα τα στάδιά της.
Η απαίτηση για περισσότερη Ανοικτή Επιστήμη έγινε ακόμα πιο εμφατική την περίοδο που διανύουμε λόγω της πανδημίας. Ερευνητές, χρηματοδότες της έρευνας, εκδοτικοί οίκοι, άνθρωποι που ασχολούνται με τη χάραξη πολιτικών, συμφώνησαν ότι για να καταπολεμήσει τον κίνδυνο της COVID-19 η επιστήμη, θα έπρεπε να ανοίξει τις διαδικασίες όσο το δυνατόν περισσότερο. Για πρώτη φορά επιστημονικές δημοσιεύσεις, ερευνητικά δεδομένα, λογισμικό που χρησιμοποιείται στην ερευνητική διαδικασία, διακινούνται και διαμοιράζονται με ελάχιστους περιορισμούς.
Το ΕΚΤ ως ηλεκτρονική και φυσική υποδομή εθνικής εμβέλειας, έχει ως θεσμικό ρόλο τη συλλογή, συσσώρευση, οργάνωση, τεκμηρίωση, διάχυση και την ψηφιακή διατήρηση της επιστημονικής, τεχνολογικής και πολιτιστικής πληροφορίας, περιεχομένου και δεδομένων, που παράγεται στην Ελλάδα. Εξ αυτού του ρόλου του, το ΕΚΤ ήλθε σε επαφή με την Ανοικτή Πρόσβαση από τα πρώτα στάδια ανάπτυξης του κινήματος αυτού, ενώ ήταν ο μοναδικός ελληνικός φορέας που υπέγραψε τη Διακήρυξη του Βερολίνου - καταστατικό κείμενο της Ανοικτής Πρόσβασης - όταν συντάχθηκε το 2003. Το τελευταίο κείμενο εργασίας του ΕΚΤ παρουσιάζει, όπως περιγράφει και ο τίτλος του, τον ρόλο του ΕΚΤ στην Ανοικτή Επιστήμη.
Το κείμενο εργασίας χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες. Όπως το επιστημονικό φαινόμενο είναι εξαιρετικά πολύπλοκο ως προς τις διαδικασίες του και τα αποτελέσματα που παράγει, έτσι και η Ανοικτή Επιστήμη είναι μια έννοια που άπτεται πολλών και διαφορετικών θεμάτων. Για αυτό τον λόγο είναι δύσκολο να την προσδιορίσουμε ακριβώς και να την ορίσουμε με έναν μονοσήμαντο τρόπο.
Στην πρώτη ενότητα του κειμένου παρουσιάζονται ορισμένες από τις απόπειρες ορισμού της Ανοικτής Επιστήμης. Στη δεύτερη ενότητα παρουσιάζεται η διεθνής συζήτηση που διεξάγεται γύρω από την Ανοικτή Επιστήμη, στην οποία συμμετέχουν ερευνητές, ερευνητικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα, διαμορφωτές πολιτικής διεθνείς οργανισμοί (ΟΟΣΑ, ΕΕ), και τα θέματα που αναδεικνύονται από αυτήν.
Στην τρίτη ενότητα αναφέρονται υποδομές που έχει αναπτύξει και συνεχίζει να αναπτύσσει το ΕΚΤ, καθώς και έργα στα οποία έχει συμμετάσχει και συμμετέχει το ΕΚΤ που σχετίζονται με την Ανοικτή Επιστήμη, ώστε να προσδιοριστούν και να παρουσιαστούν οι τρόποι με τους οποίους το ΕΚΤ εντάσσεται στη διεθνή συζήτηση και στο οικοσύστημα της Ανοικτής Επιστήμης. Στην τέταρτη και τελευταία ενότητα παρουσιάζονται οι διαπιστώσεις που προέκυψαν από τις εργασίες της ομάδας, ενώ κατατίθενται προτάσεις για τη μελλοντική πορεία του ΕΚΤ σε σχέση με την Ανοικτή Επιστήμη.