|
|
Geoffrey BoultonSenior Honorary Professorial Fellow, University of Edinburgh & Royal Society Συνέντευξη |
|
Κεντρικός ομιλητής του διεθνούς συνεδρίου του ΕΚΤ για την Ανοικτή Πρόσβαση ήταν ο καθηγητής Geoffrey Boulton (Senior Honorary Professorial Fellow, University of Edinburgh & Royal Society), ο οποίος μίλησε με θέμα 'Η Επιστήμη ως Ανοικτό Εγχείρημα'. Ο καθηγητής G. Boulton εκτός από την επιστημονική του ειδίκευση στις γεωεπιστήμες και το περιβάλλον, ασχολείται εκτενώς με την Ανοικτή Πρόσβαση, καθώς ήταν ο πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας της γνωστής και σημαντικής μελέτης 'Science as an open enterprise'. Στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε στο ΕΚΤ, ο καθ. G. Boulton αναφέρεται στα πλεονεκτήματα της Ανοικτής Επιστήμης, στη σημασία των ανοικτών δεδομένων, αλλά και στην ανάγκη οι ερευνητές να επικοινωνούν τα επιτεύγματά τους στην κοινωνία. |
|
Τι είναι η Ανοικτή Επιστήμη (Open Science); Για να απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση πρέπει πρώτα να επισημάνουμε ότι ήδη από την απαρχή της σύγχρονης εποχής της επιστήμης, πριν από 300 χρόνια, η τελευταία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα "ανοικτό εγχείρημα". Η ανοικτότητα στην επιστήμη ξεκίνησε από την κίνηση κάποιων σημαντικών εκπαιδευτικών κοινοτήτων της εποχής, όπως η Royal Society του Λονδίνου, οι οποίες αποφάσισαν τη δημοσίευση και έκδοση της μεταξύ τους ιδιωτικής αλληλογραφίας τους. Ενδεικτικό είναι ότι, όπως υποστηρίζουν πολλοί ιστορικοί της επιστήμης, οι επιστημονικές επαναστάσεις του 18ου και 19ου αιώνα, οι οποίες συνέβαλαν εξαιρετικά στην ενίσχυση της γνώσης μας για τον κόσμο, ήταν αποτέλεσμα της αύξησης της ανοικτής επικοινωνίας της επιστήμης. Οι συντάκτες αυτών των πρώιμων περιοδικών έθεσαν σημαντικές βάσεις και άσκησαν μεγάλη επιρροή σχετικά με την Ανοικτότητα. Θεωρούσαν ότι η δημοσίευση δεν πρέπει να περιλαμβάνει μόνο τη γενική ιδέα (concept) της έρευνας, αλλά και τα επιστημονικά δεδομένα και τις αποδείξεις που την υποστηρίζουν. Αυτός ο τρόπος δημοσίευσης έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην πρόοδο της επιστήμης. Επέτρεψε σε άλλους ερευνητές να διερευνήσουν τις ιδέες, να εξετάσουν τις αποδείξεις και να αναρωτηθούν αν υπάρχει λογική σύνδεση μεταξύ τους. Επιπλέον, έδωσε την ευκαιρία για εξέλιξη και αναπαραγωγή είτε των παρατηρήσεων είτε των πειραμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι οι λεπτομέρειές τους ήταν επαρκείς. Επομένως, η Ανοικτή Επιστήμη δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ωστόσο, αυτό που είναι κρίσιμο αυτή τη στιγμή είναι η ανάγκη για επανεφεύρεση της Ανοικτής Επιστήμης. Τα τελευταία 20 - 30 χρόνια έχουν σημειωθεί δραματικές αλλαγές στους τρόπους απόκτησης πληροφορίας. Τα ισχυρά νέα ηλεκτρονικά μέσα, τις περισσότερες φορές, μας δίνουν πλέον πρόσβαση σε τεράστιες ποσότητες δεδομένων, πρωτοφανείς ως τώρα. Μπορούμε έτσι να επεξεργαστούμε, να αποθηκεύσουμε και να μεταδώσουμε άμεσα τα επιστημονικά δεδομένα και τις ιδέες μας. Τελικά, η ερώτηση κλειδί είναι να αναρωτηθούμε τι σημαίνει Ανοικτή Επιστήμη στη σημερινή εποχή. Αυτό γιατί πλέον δεν υπάρχει απολύτως καμία αμφιβολία ότι η ικανότητα της επιστήμης να λειτουργεί ως ο πιο αξιόπιστος τρόπος απόκτησης γνώσης, εξαρτάται από το πώς ορίζουμε και διαχειριζόμαστε την ανοικτότητα (openness) της επιστήμης. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της Ανοικτής Επιστήμης; Ποιοι ωφελούνται από αυτή; Πιστεύω πως αν παρατηρήσουμε την υλική πρόοδο στην ανθρώπινη κοινωνία από την απαρχή της, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρόοδος αυτή εξαρτάται από την επέκταση της γνώσης μας για τον κόσμο. Έτσι, η επιστημονική γνώση ως θεμελιώδης έννοια και ως ένα πολύ αξιόπιστο μέσο απόκτησης γνώσης για τον κόσμο στον οποίο ζούμε και για τους εαυτούς μας, αποτελεί παγκόσμιο δημόσιο αγαθό. Με λίγα λόγια, κατ’ αρχήν όλοι ωφελούνται. Καθ’ ότι, όμως βρισκόμαστε στην Ελλάδα θα πρέπει να θυμηθούμε τους ελληνικούς μύθους και την Πανδώρα, η οποία όταν άνοιξε το κουτί της βγήκε από μέσα η γνώση του καλού αλλά και του κακού. Με αυτή την έννοια, όλη αυτή η γνώση που αποκτούμε μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για το καλό και για το κακό. Αυτή είναι και η ουσία της συνάθροισής μας σε κυβερνώμενες πολιτείες όπου δίνουμε τη δημοκρατική μας φωνή στους αντιπροσώπους μας και αναμένουμε από αυτούς να χρησιμοποιήσουν τη γνώση που αποκτήσαμε μέσα από την επιστήμη και άλλους τρόπους, ως μέσο για το καλό και όχι για το κακό. Με ποιο τρόπο μπορεί η ακαδημαϊκή κοινότητα να συμβάλει στην πραγματοποίηση της Ανοικτής Επιστήμης; Αρχικά είναι σημαντικό να καταλάβουμε τι είναι αυτό που έχει αλλάξει. Γιατί χρειαζόμαστε να επανεφεύρουμε την Ανοικτή Επιστήμη; Η απάντηση είναι πολύ απλή. Υπάρχει ανάγκη να γυρίσουμε πίσω στην ιδέα της ταυτόχρονης δημοσίευσης επιστημονικής ιδέας και δεδομένων. Βεβαίως, αυτό δεν είναι πλέον δυνατόν να συμβεί σε έντυπη μορφή, αλλά υπάρχουν πολλές βάσεις δεδομένων δημοσία προσβάσιμες, για απόθεση δεδομένων. Για παράδειγμα, πριν από 40 χρόνια όταν δημοσίευα ένα άρθρο σε ένα επιστημονικό περιοδικό είχα τη δυνατότητα να παρουσιάσω παράλληλα και τα δεδομένα μου. Με την υφιστάμενη κατάσταση, όμως, κάτι τέτοιο είναι αδύνατον γιατί απλούστατα η ποσότητα των δεδομένων που υπάρχουν είναι τεράστια. Επομένως, κατά μια έννοια, έχουμε χάσει έναν από τους βασικότερους κανόνες της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας. Τα δεδομένα μιας έρευνας πρέπει να δημοσιεύονται σε συνδυασμό με την ιδέα, ενώ τώρα δημοσιεύουμε την ιδέα, τείνοντας όμως προς τη μη δημοσίευση των δεδομένων. Αυτό το φαινόμενο είναι πολύ κρίσιμο, καθώς θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ιδέα μιας επιστημονικής έρευνας λειτουργεί σαν διαφήμιση για την επιστήμη, ενώ η αληθινή επιστήμη έγκειται στα δεδομένα. Για να απαντήσω τώρα στην ερώτησή σας, η ακαδημαϊκή κοινότητα χρειάζεται να συμβάλει με διάφορους τρόπους. Πρώτον, οι επιστήμονες πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι τα επιστημονικά δεδομένα δεν είναι κτήμα μας, αλλά ανήκουν και στους συμπολίτες μας οι οποίοι ως φορολογούμενοι έχουν πληρώσει για την έρευνα που διεξάγουμε. Εμείς είμαστε απλώς θεματοφύλακες των δεδομένων, για λογαριασμό τους. Δεύτερον, την ευθύνη για την πραγματοποίηση της Ανοικτής Πρόσβασης έχουν και τα ιδρύματα που απασχολούν τους επιστήμονες οι οποίοι παράγουν γνώση εκ μέρους τους. Πρέπει δηλαδή να φροντίζουν για την ταυτόχρονη δημοσίευση της ιδέας και των δεδομένων. Τρίτον, όσοι χρηματοδοτούν την επιστήμη πρέπει να υποστηρίξουν το γεγονός ότι εφόσον χρηματοδοτούν την επιστήμη που κάνουν οι επιστήμονες, πρέπει να εξασφαλίσουν ότι τα δεδομένα θα είναι ανοικτά. Τέλος, αυτοί που δημοσιεύουν τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας πρέπει να εγγυηθούν ότι η δημοσίευση άρθρων θα γίνεται μόνο στην περίπτωση που τα επιστημονικά της δεδομένα θα είναι ταυτόχρονα διαθέσιμα σε κάποια προσβάσιμη βάση δεδομένων. Ποια είναι τα βασικά εμπόδια που χρειάζεται να ξεπεραστούν για την επίτευξη μιας περισσότερο "νοήμονος ανοικτότητας"; Αυτή είναι μια δύσκολη και θεμελιώδης ερώτηση που διατυπώνεται μέσα στους αιώνες. Αλλά ας αρχίσουμε με την εξέταση δύο περιπτώσεων. Η πρώτη περίπτωση αφορά την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, βασιζόμενες στην επιστήμη, οι οποίες υποδεικνύουν καινοτόμους τρόπους διεκπεραίωσης των πραγμάτων. Κατά τη βιομηχανική επανάσταση, για παράδειγμα, τα νέα μέσα παραγωγής ήταν πιο επικερδή και απέφεραν πιο πολλά χρήματα, απαιτούσαν ωστόσο πιο πολλή εργασία, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι εγκατέλειπαν τη γεωργία και πήγαιναν στις βιομηχανίες να εργαστούν. Έτσι, αυτό που συνέβη είναι ότι τα υπάρχοντα πρότυπα συμπεριφοράς άλλαξαν εντελώς και οι "παλαιομοδίτικες" ικανότητες δεν αρκούσαν πια. Επιπλέον, αν πάμε ακόμα πιο πίσω, η ανακάλυψη πιεστηρίου εκτύπωσης από τον Gutenberger μετέτρεψε, ξαφνικά, το επιχειρηματικό μοντέλο του μεσαιωνικού μοναστηρίου σε κάτι τελείως περιττό. Επομένως, εντοπίζουμε πρόβλημα όταν πρέπει να κάνουμε τη μετάβαση σε νέες πρακτικές, με τρόπο τέτοιο ώστε να μην προκύψουν προβλήματα σε τομείς της κοινωνίας στους οποίους είναι ενσωματωμένες παλαιές πρακτικές. Ωστόσο, αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο πρέπει να λυθεί με πολιτικά μέσα και τρόπους. Το δεύτερο ζήτημα είναι αυτό της "διπλής χρήσης" της νέας γνώσης. Το πρόβλημα αυτό σχετίζεται με το κουτί της Πανδώρας για το οποίο συζητούσαμε λίγο πριν και αναφέρεται στο γεγονός ότι η γνώση μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε προς το όφελος της κοινωνίας είτε για καταστροφή. Για παράδειγμα, πριν από δύο χρόνια επιστήμονες κατέθεσαν προς δημοσίευση άρθρα τα οποία περιέγραφαν τη γρίπη των πτηνών, σε δύο διακεκριμένα περιοδικά, στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ. Τα πτηνά φέρουν τον ιό influenza, ο οποίος είναι καταστρεπτικός για τον άνθρωπο επειδή δεν έχουμε αναπτύξει άμυνες εναντίον του. Επομένως, τα άρθρα περιέγραφαν τα πειράματα με τα οποία οι επιστήμονες έδειξαν τις παραμέτρους κάτω από τις οποίες ο ιός θα μπορούσε να μεταδοθεί από τα πτηνά στον άνθρωπο. Τελικά, οι αρχές των ΗΠΑ παρακάλεσαν να μη δημοσιευτεί η έρευνα, γιατί αν οι πληροφορίες έπεφταν στα χέρια τρομοκρατών με καταστροφικές προθέσεις θα μπορούσαν να είναι επιβλαβείς. Στη συνέχεια, διεξήχθη μια ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ επιστημόνων και δημόσιων λειτουργών και πολιτικών. Ένα από τα πιο ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της δημοσίευσης των άρθρων ήταν ότι η φύση είναι πιο ισχυρός τρομοκράτης σε σύγκριση με τους ανθρώπους, καθώς η φύση αναζητά συνεχώς τρόπους ένας ιός να μεταπηδήσει από το ένα είδος στο άλλο. Είναι πολύ πιο πιθανό μια ευρεία καταστροφική διάδοση του ιού να προέλθει μέσα από φυσικές διαδικασίες, παρά από κάποιους ανόητους νεαρούς. Άρα, είναι προτιμότερο να υπάρχουν τα δεδομένα στα χέρια των αρχών δημόσιας υγείας, ώστε στην περίπτωση που κάτι όντως συμβεί από φυσικά ή ανθρώπινα αίτια, να κατέχουν τα μέσα για να το αντιμετωπίσουν. Επομένως, παρατηρούμε ότι το ζήτημα της χρήσης της γνώσης προς το καλό ή το κακό είναι περίπλοκο, αλλά η ανθρωπότητα διαθέτει αρκετή εμπειρία από το παρελθόν. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι δεν χρειαζόμαστε να μάθουμε τίποτα καινούργιο, να αρκεστούμε στις υφιστάμενες γνώσεις μας. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν θα το επέτρεπε το ανθρώπινο είδος. Δεν θα ήταν λυπηρό να καταδικάζαμε τους εαυτούς μας, αν σκεφτόμασταν απλά σαν τους προγενέστερούς μας; Με ποιο τρόπο μπορούν οι επιστήμονες να επικοινωνήσουν καλύτερα τα επιτεύγματά τους στο ευρύ κοινό; Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους οι επιστήμονες χρειάζεται να επικοινωνούν την επιστήμη στο ευρύ κοινό. Αρχικά, η επιστήμη είναι συναρπαστική. Ποια είναι η διαδικασία της κατανόησης του τρόπου ζωής, εξέλιξης και ανάπτυξης των ζώων και των φυτών; Πώς λειτουργούν οι ωκεανοί ή οι κινήσεις των πλανητών; Είναι ερωτήματα που ο άνθρωπος, περίεργος από τη φύση του, θέλει να απαντήσει. Υπάρχει όμως και μια πιο ουσιώδης όψη, ότι δηλαδή η επιστήμη άλλαζε, αλλάζει και θα συνεχίσει να αλλάζει τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι σημαντικό να έχουμε εμείς λόγο επί της αλλαγής, ως μέλη αυτής της κοινωνίας. Δεν θα έπρεπε να ευχόμαστε να συμβαίνουν αλλαγές χωρίς κριτήρια. Η επιστήμη είναι πολύ δύσκολη, καθώς χρειάζεται σκέψη και εφαρμογή, προσεκτική δουλειά. Είναι ανάγκη να κατανοούν οι πολίτες την επιστήμη καλύτερα, γιατί αυτό θα τους βοηθήσει να παίρνουν καλύτερες αποφάσεις, οι οποίες μπορεί και να επηρεάζουν όλους μας. Μέρος της πρόκλησης αυτής για τους επιστήμονες είναι το γεγονός ότι πρέπει να προσδιορίσουμε τους τομείς αυτούς που είναι δημόσιου ενδιαφέροντος. Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουν οι συμπολίτες μας όχι μόνο μια επιστημονική ιδέα, αλλά και τις αποδείξεις που την διέπουν. Ο λόγος που το λέω αυτό είναι γιατί, ειδικά τα τελευταία χρόνια, πολλοί πολίτες δεν ικανοποιούνται πλέον από το να ακούν έναν επιστήμονα να τους υποδεικνύει απλά τι να πιστέψουν, και σωστά πράττουν κατά τη γνώμη μου. Αυτό που θέλουν να δουν είναι οι αποδείξεις που συνοδεύουν τις επιστημονικές ιδέες, έτσι ώστε να μπορούν να πείθουν τους εαυτούς τους ότι αυτό είναι το σωστό. Αυτό φαίνεται πιο καθαρά σε τομείς, όπως η Ιατρική, όπου οι άνθρωποι θέλουν να γνωρίζουν τις αποδείξεις ενδεχόμενων επιπτώσεων μιας ασθένειας σε αυτούς ή τις οικογένειές τους και του περιβάλλοντός τους, και τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να τις αποφύγουν. Συνεπώς, ο διάλογος μεταξύ επιστήμης και κοινωνίας είναι πολύ σημαντικός. Δεν είναι πια αρκετό να ενεργεί κανείς σαν να ήταν ο Πάπας και να ισχυρίζεται ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Οι συμπολίτες μας είναι νοήμονες, αυξανόμενα μορφωμένοι και πρέπει να τους παρουσιάζουμε αποδείξεις και δεδομένα, ώστε να μπορούν από μόνοι τους να αποφασίζουν τι θα πιστεύουν ή όχι. |
|