Οι επενδύσεις για έρευνα και ανάπτυξη ανήλθαν στο 1,93% του ΑΕΠ στην ΕΕ-25 κατά το 2002, σημειώνοντας αύξηση 0,11% σε σχέση με το 1998 σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία Eurostat. Ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων για την περίοδο 1998-2002 ανέρχεται στο 1,48%, ενώ κάποια κράτη-μέλη έχουν αυξήσει σημαντικά τα κονδύλια που διαθέτουν για την έρευνα και ανάπτυξη.
Η Σουηδία και η Φινλανδία αναδείχθηκαν ως οι χώρες όπου επενδύονται τα περισσότερα χρήματα για την έρευνα και την ανάπτυξη κατά αναλογία του ΑΕΠ, σε ποσοστό 4,27% και 3,51% αντίστοιχα. Και εξακολουθούν να είναι τα μοναδικά κράτη-μέλη της ΕΕ που έχουν ήδη εκπληρώσει τους στόχους της Βαρκελώνης, που ορίζουν ότι κάθε χώρα θα πρέπει να διαθέτει το 3% του ΑΕΠ της σε έρευνα και ανάπτυξη, με τα δύο τρίτα αυτού του μεγέθους να προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα. Οσον αφορά την Ελλάδα, οι δαπάνες για έρευνα ανήλθαν στο 0,67% του ΑΕΠ το 1999 και στο 0,64% το 2001.
Η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στην έρευνα ανήλθε το 2002 στη Σουηδία, τη Φινλανδία και την Ιρλανδία στο 71,9%, 69,5% και 67,2%, αντίστοιχα, του συνολικού επενδυμένου κεφαλαίου, με το Λουξεμβούργο να σημειώνει το υψηλότερο ποσοστό (90,7%). Αντιθέτως, σε μερικά κράτη-μέλη όπως π.χ. Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία και Τσεχία, παρατηρήθηκε μείωση του ποσοστού συμμετοχής.
Η Ελλάδα και η Κύπρος ήταν, μαζί με την Εσθονία και την Πορτογαλία, οι χώρες όπου η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην έρευνα και ανάπτυξη αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο 1999-2002, παρόλο που εξακολουθεί να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Πιο συγκεκριμένα, οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα το 2002 ανήλθαν στο 29,7% των συνολικών κεφαλαίων (20η θέση στην ΕΕ-25) και στην Κύπρο στο 17,4% (25η θέση), με το μέσο ευρωπαϊκό όρο να βρίσκεται στο 55,4%.
Συνολικά, το 55% των χρημάτων που επενδύθηκαν στην έρευνα και ανάπτυξη στην ΕΕ κατά το 2001 προήλθε από τον ιδιωτικό τομέα, ποσοστό σαφώς μικρότερο σε σύγκριση με το 73,9% της Ιαπωνίας, το 64,4% των ΗΠΑ και το 57,6% της Κίνας. Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν, επίσης, ότι κατά την περίοδο 1998-2002 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δαπανών για την έρευνα και ανάπτυξη στην ΕΕ-25 ανήλθε στο 1,48%. Η Κύπρος και η Ουγγαρία αύξησαν τις δαπάνες κατά 7% ετησίως.
Όσον αφορά τη συμμετοχή της ανώτατης εκπαίδευσης στην έρευνα και ανάπτυξη, τα συγκριτικά στοιχεία της μελέτης δείχνουν ότι οι συνολικές δαπάνες του εν λόγω τομέα στην ΕΕ-25 κατά το 2002 ήταν αναλογικά ίδιες με αυτές των ΗΠΑ και τριπλάσιες της Ιαπωνίας. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ με τη μεγαλύτερη συμμετοχή της ανώτατης εκπαίδευσης την αντίστοιχη χρονική περίοδο ήταν η Λιθουανία (52,9%), Εσθονία (50,8%), Ελλάδα (45,5% το 2001), Λετονία (42,3%) και Πορτογαλία (40,1%).