Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ) σε μια προσπάθεια να διερευνήσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για τον ελληνικό χώρο τα επόμενα χρόνια, από το τέλος του 2003 έχει εγκαταστήσει και προσαρμόσει για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου το περιοχικό κλιματικό μοντέλο PRECIS. Είναι δε η πρώτη φορά που πραγματοποιούνται κλιματικές προσομοιώσεις (πειράματα) σε ελληνικό επιστημονικό φορέα.
Tο μοντέλο PRECIS αναπτύχθηκε στο Hadley Centre (Meteorological Office, Μ. Βρετανία) και βασίζεται στην τελευταία έκδοση του παγκόσμιου κλιματικού μοντέλου HadCM3. Όλες οι υπολογιστικές προσομοιώσεις πραγματοποιούνται με οριζόντια ανάλυση 25 χλμ. που θεωρείται η υψηλότερη ανάλυση που έχει χρησιμοποιηθεί έως σήμερα για κλιματικές προγνώσεις στην περιοχή της Ελλάδας. Σημειώνεται ότι οι κλιματικές προσομοιώσεις αποτελούν μία εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία, καθώς αφορούν 'ολοκληρώσεις' διάρκειας τριακονταετίας και παράγουν έναν τεράστιο όγκο δεδομένων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το καθένα από τα τρία πειράματα παρήγαγαν δεδομένα χωρητικότητας ~600 Gb.
Συγκεκριμένα, τα πειράματα τα οποία πραγματοποιήθηκαν είναι τα παρακάτω: α) κλιματική προσομοίωση της περιόδου 1961-1990 (η οποία παγκοσμίως θεωρείται ως περίοδος αναφοράς), β) κλιματική προσομοίωση της περιόδου 2071-2100 για το σενάριο Α2 της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel for Climate Change-IPCC), γ) κλιματική προσομοίωση της περιόδου 2071-2100 για το σενάριο B2 του IPCC.
Τα σενάρια Α2 και Β2 που χρησιμοποιήθηκαν για τις παραπάνω προγνώσεις αφορούν τις αναμενόμενες αυξήσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τα επόμενα 100 χρόνια. Τα σενάρια διαφέρουν στις παραδοχές της μεταβολής του πληθυσμού της υφηλίου, της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και της διάδοσης της τεχνολογίας. Δεν αποτελούν ακραίες περιπτώσεις, αλλά εξακολουθούν να οδηγούν σε αυξήσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 250% (Α2) και 62% (Β2) μέχρι το 2100. Τα αποτελέσματα της κλιματικής προσομοίωσης για το σενάριο Α2 είναι τα ακόλουθα:
Όσον αφορά τις μεταβολές στη μέση μέγιστη θερμοκρασία για την περίοδο 2071-2100, σε σχέση με τις τιμές της περιόδου 1961-1990, για το μήνα Ιούλιο παρατηρείται μια σημαντική αύξηση της τιμής σε ολόκληρη την περιοχή, κυρίως όμως σε χώρες των Βαλκανίων όπου η μέση μέγιστη θερμοκρασία αυξάνεται έως και 12 βαθμούς Κελσίου σχετικά με τις παρούσες τιμές. Στην Ελλάδα η αύξηση είναι της τάξης των 7-8 βαθμών στις νότιες περιοχές (και στην Αττική), ενώ στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα η αύξηση κυμαίνεται μεταξύ 8-10 βαθμών. Όπως και για τη μέγιστη θερμοκρασία, έτσι και στην ελάχιστη θερμοκρασία παρατηρείται αύξηση της μέσης τιμής σε ολόκληρη την περιοχή της Αν. Μεσογείου, κυρίως όμως σε χώρες των Βαλκανίων όπου η μέση ελάχιστη θερμοκρασία για το μήνα Ιούλιο αυξάνεται έως και 9 βαθμούς σχετικά με τις παρούσες τιμές. Στην Ελλάδα η αύξηση είναι της τάξης των 6-7 βαθμών στις νότιες περιοχές (και στην Αττική) ενώ στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα η αύξηση κυμαίνεται μεταξύ 7-8 βαθμών.
Σχετικά με τη μεταβολή της βροχόπτωσης για τους μήνες Δεκέμβριο και Ιούλιο τα αποτελέσματα έχουν ως εξής: Τον Δεκέμβριο (ο βροχερότερος μήνας σήμερα στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας) η μείωση των βροχοπτώσεων είναι σημαντική κυρίως πάνω από τις θαλάσσιες περιοχές της Αν. Μεσογείου αλλά και στη Δυτική Ελλάδα, όπου η μέση βροχόπτωση την περίοδο 2071-2100 κυμαίνεται περίπου στο 60-70% της σημερινής βροχόπτωσης. Στη Βορειοανατολική Ελλάδα, στα νησιά του Αν. Αιγαίου και στην Κρήτη η μείωση είναι μικρότερη.
Το καλοκαίρι (Ιούλιος) η μείωση των βροχοπτώσεων είναι πολύ σημαντική κυρίως στη Β. Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Η μέση βροχόπτωση στις περιοχές αυτές την περίοδο 2071-2100 κυμαίνεται περίπου στο 20-30% της σημερινής βροχόπτωσης. Ειδικά σε περιοχές της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας όπου σήμερα η βροχόπτωση τους καλοκαιρινούς μήνες είναι πολύ σημαντική, η μείωση είναι εξαιρετικά μεγάλη και ανησυχητική, γιατί οι βροχοπτώσεις στις περιοχές αυτές τροφοδοτούν με νερό μεγάλα ποτάμια τα οποία διασχίζουν και τη χώρα μας. Η μείωση των βροχοπτώσεων είναι επίσης πολύ σημαντική σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας όπου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού παρατηρείται σήμερα σημαντική καταιγιδοφόρος δραστηριότητα. Στη Ν. Ελλάδα η μείωση των βροχοπτώσεων είναι επίσης μεγάλη, αλλά ως γνωστό οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται από ελάχιστες βροχοπτώσεις τους καλοκαιρινούς μήνες και σήμερα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προγνώσεις της θερμοκρασίας για τέσσερις μεγάλες ελληνικές πόλεις. Η μέση μέγιστη θερμοκρασία στην Αθήνα παρουσιάζει σημαντική αύξηση όλους του μήνες, κυρίως όμως τους καλοκαιρινούς μήνες, οπότε η αύξηση υπερβαίνει τους 7 βαθμούς. Αντίστοιχη αυξητική πορεία παρουσιάζει και η μέση ελάχιστη θερμοκρασία, με τη μεγαλύτερη αύξηση τους καλοκαιρινούς μήνες. Παράλληλα, το μέσο ύψος βροχής ανά μήνα μειώνεται αρκετά, ακολουθώντας τη γενική τάση μετάβασης σε περισσότερο ξηρό κλίμα. Επίσης, όσον αφορά τη μεταβολή της μέσης μέγιστης θερμοκρασίας για τη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα και το Ηράκλειο, και στις τρεις αυτές μεγάλες πόλεις η αύξηση της μέγιστης θερμοκρασίας είναι πιο έντονη τους καλοκαιρινούς μήνες.