Τα στοιχεία της ετήσιας στατιστικής έρευνας του ΕΚΤ για τους διδάκτορες του 2018

1.624 νέοι διδάκτορες αναγορεύθηκαν από ελληνικά ΑΕΙ το 2018, το 26,7% των διδακτορικών διατριβών εκπονήθηκε στο ΕΚΠΑ και το 31,5% αφορά την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας.

Μια σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία για τους διδάκτορες των ελληνικών ΑΕΙ, και ειδικότερα όσους έλαβαν διδακτορικό το 2018 περιλαμβάνονται στη νέα έκδοση “Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2018”, του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ). Στην έκδοση  παρουσιάζονται στατιστικά δεδομένα (κατανομή διδακτόρων ανά ίδρυμα και σχολή, επιστημονικά πεδία διατριβών, διεθνής κινητικότητα, προηγούμενοι τίτλοι σπουδών, κ.ά.) που αφορούν όσους αναγορεύθηκαν διδάκτορες κατά το έτος 2018, έχοντας εκπονήσει τη διατριβή τους σε ελληνικά ΑΕΙ. H έκδοση είναι διαθέσιμη και σε διαδραστική ηλεκτρονική έκδοση.

Στη νέα έκδοση παρουσιάζονται στοιχεία συγκριτικής ανάλυσης επιλεγμένων δεικτών για την περίοδο 2015-2018, με στόχο την κατάδειξη τάσεων και χρονικών διακυμάνσεων, αλλά και συνδυαστικοί δείκτες για την κατανομή των νέων διδακτόρων ανά φύλο και ηλικιακή ομάδα, ανά φύλο και επιστημονικό πεδίο εξειδίκευσης, διάρκεια διδακτορικών σπουδών και πηγή χρηματοδότησης των σπουδών τους κ.ά.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία κατάθεσης διατριβών στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών (www.didaktorika.gr), το 2018 αναγορεύθηκαν 1.624 νέοι διδάκτορες από ελληνικά ΑΕΙ. Η εξέλιξη του αριθμού των αναγορεύσεων νέων διδακτόρων από ελληνικά ΑΕΙ την περίοδο 2005-2018 αποτυπώνεται στο σχετικό διάγραμμα.

Όσον αφορά την κατανομή των νέων διδακτόρων που αναγορεύθηκαν από ελληνικά ΑΕΙ κατά το έτος 2018, στο ΕΚΠΑ και το ΑΠΘ εκπονήθηκαν οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές, με ποσοστά 26,7% και 19,0%, αντίστοιχα, ενώ ακολουθούν οι διδάκτορες που υποστήριξαν τη διατριβή τους στο Πανεπιστήμιο Πατρών, στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (ποσοστά 6,8%-8,5%).


Σε ό,τι αφορά την κατανομή ανά φύλο των νέων διδακτόρων, αυτή είναι απολύτως όμοια, με το 50% να αντιστοιχεί στο κάθε ένα, ενώ σε ό,τι αφορά στην ηλικία, οι περισσότεροι από τους νέους διδάκτορες, κατά το έτος 2018, είναι ως 35 ετών (45,6%), και έπεται η ηλικιακή ομάδα μεταξύ 36-44 έτη (35,5%).

Οι περισσότερες διατριβές του 2018 αφορούν την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας (31,5%), ενώ ακολουθούν οι Φυσικές Επιστήμες (22,7%) και οι Κοινωνικές Επιστήμες (22,0%). Χαμηλότερα ποσοστά καταλαμβάνουν οι Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογίας (15,7%), οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (13,5%) και οι Γεωργικές Επιστήμες (2,4%).


Ως προς τους συνδυαστικούς δείκτες που περιλαμβάνονται στη νέα μελέτη του ΕΚΤ αναφέρεται ενδεικτικά –και συγκεκριμένα στην κατανομή των νέων διδακτόρων ανά επιστημονικό πεδίο της διατριβής και φύλο- ότι στα πεδία των Γεωργικών Επιστημών, των Ανθρωπιστικών Επιστημών, των Κοινωνικών Επιστημών, καθώς και της Ιατρικής και των Επιστημών Υγείας, καταγράφεται υπεροχή των γυναικών (58,6%, 57,8%, 53,8% και 52,1%, αντίστοιχα), ενώ οι άνδρες υπερτερούν στα πεδία των Επιστημών Μηχανικού και Τεχνολογίας και στις Φυσικές Επιστήμες (64,6% και 53,4%, αντίστοιχα).


Όσον αφορά το επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων των νέων διδακτόρων του 2018, στο 38,5% των νέων διδακτόρων τουλάχιστον ό ένας από τους γονείς είναι κάτοχος πανεπιστημιακού πτυχίου, για το 30,6% είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για το 11,5% είναι απόφοιτος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, για το 8,7% κάτοχος διδακτορικού τίτλου και για το 6,8% κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου.

Όσον αφορά τη βασική πηγή χρηματοδότησης των διδακτορικών σπουδών, για το 39,4% των νέων διδακτόρων του 2018, βασική πηγή ήταν οι προσωπικές αποταμιεύσεις και η υποστήριξη από την οικογένεια, ενώ για το 25,1% ήταν η λήψη υποτροφίας από ελληνικό ίδρυμα. 

Σε ό,τι αφορά στη γεωγραφική κινητικότητα των διδακτόρων προκύπτει ότι 322 άτομα (22,5% του συνόλου των αποκρίσεων) διέμειναν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των διδακτορικών τους σπουδών για λόγους άλλους εκτός τουρισμού. Δημοφιλέστερες χώρες ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο (26,3%) και η Γερμανία (16,7%).

Αναφορικά με τη διάρκεια εκπόνησης της διδακτορικής διατριβής προκύπτει ότι για το 51,0% αθροιστικά, η διάρκεια ολοκλήρωσης της διατριβής ήταν μεταξύ 4 και 6 ετών. Ακολουθούν όσοι χρειάστηκαν 7, 8 και 9 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (ποσοστά 12,8%, 10,6% και 6,1%, αντίστοιχα). Καταγράφεται δε ένα ποσοστό 6,1% των διδακτόρων που ολοκλήρωσε τη διατριβή του σε διάστημα 3 ετών.

Τέλος, από τη διακριτή ενότητα της μελέτης, η οποία ενότητα αφορά την καταγραφή των τάσεων μεταξύ των Ελλήνων διδακτόρων, με βάση τη διαχρονική εξέλιξη επιλεγμένων δεικτών από το σύνολο των δεδομένων που περιέχονται στις ετήσιες αντίστοιχες εκδόσεις του ΕΚΤ για την περίοδο 2015-2018, αξίζει να σημειωθεί ότι διαχρονικά οι περισσότεροι από τους διδάκτορες ολοκλήρωσαν τη διατριβή τους σε 4-7 έτη, ενώ αποτυπώνεται μια σταθερή μείωση της διάρκειας από έτος σε έτος. Πιο συγκεκριμένα, οι περισσότεροι από τους νέους διδάκτορες του 2015 χρειάστηκαν 6 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (26,5%), η πλειονότητα του 2016 χρειάστηκε 7 χρόνια (18,0%), η πλειονότητα του 2017 χρειάστηκε 5 χρόνια (20,6%), ενώ η πλειονότητα του 2018 χρειάστηκε 4 έτη (17,8%).


Η μελέτη "Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2018" είναι η τέταρτη της σχετικής σειράς που δημοσιεύει το ΕΚΤ σε ετήσια βάση (προηγούμενες μελέτες είχαν εκπονηθεί για τα έτη 2015, 2016, 2017). Αναγνωρίζοντας τη σημασία των νέων διδακτόρων στο ανθρώπινο δυναμικό υψηλής  εξειδίκευσης, το ΕΚΤ ως φορέας παραγωγής των εθνικών στατιστικών για την Έρευνα, Τεχνολογία, Ανάπτυξη και Καινοτομία, ενέταξε στις επίσημες στατιστικές του την παραγωγή δεικτών που αποτυπώνουν ουσιώδη χαρακτηριστικά τους.

Τα στοιχεία αντλούνται από το Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών που δια νόμου τηρεί από το 1985 το ΕΚΤ, διασφαλίζοντας την πληρότητα στην κάλυψη της πληθυσμιακής αυτής ομάδας. Με περισσότερες από 42.000 διδακτορικές διατριβές, οι οποίες διατίθενται ηλεκτρονικά, το Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών αποτελεί ένα μοναδικό απόθεμα της ελληνικής επιστημονικής παραγωγής και γνώσης με την ερευνητική δραστηριότητα αιχμής.